Για κάποια πράγματα στη ζωή του, ο καθένας από εμάς, είναι περισσότερο περήφανος απ’ ό,τι είναι για οτιδήποτε άλλο· για τους δικούς του λόγους. Ίσως για κάτι μικρό, μια προσωπική υπέρβαση που ενδεχομένως να είναι και ακατανόητη στους άλλους ή στους πολλούς. Μπορεί και στα δύο. Αυτή η υπέρβαση, όμως, σου δίνει μια αίσθηση υπεροχής· για να μην πω ανωτερότητας. Όσον αφορά εμένα, αυτό το κάτι που με κάνει να νιώθω πως έκανα την υπέρβαση του εαυτού μου και που πρόκειται να είναι η αιτία που μου δίνει μια αίσθηση υπεροχής/ή και ανωτερότητας είναι η στρατιωτική μου θητεία στις Ειδικές Δυνάμεις του Στρατού Ξηράς. Η πράσινη τσόχα που φόρεσα στο κεφάλι μου, το χρώμα του μπερέ μου, τα καταδρομόσημά μου και το βαρύ έμβλημα με τον γνωστό θυρεό στη στολή μου. «Ό Τολμών Νικά», το φτερωτό στιλέτο στο δεξί μου μπράτσο και η ελληνική μας Σημαία στο αριστερό. Το ίδιο, γνωρίζω, συμμερίζονται πολλοί άνδρες που φόρεσαν τα ίδια διακριτικά με εμένα. Σίγουρα δεν είμαι ο μόνος που φέρω τούτη τη φλόγα μες στα στήθη μου, τη σπίθα στα μάτια μου, τους κεραυνούς στην καρδιά μου. Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες, νέοι κάθε χρόνο εντάσσονται στην ιδιαίτερη οικογένεια των Ειδικών Δυνάμεων, στους στενούς και δύσβατους κόλπους της, ακολουθώντας έναν δρόμο που το μόνο του χαρακτηριστικό είναι πως έχει πόνο, αλλά οδηγεί στην τιμή και στην αφοσίωση. Ακόμα και αν είναι μικρή η θητεία μας, συγκριτικά με τους παλαιότερους Καταδρομείς, αποτελεί την ίδια τιμή και διατηρείται αθάνατα εγχάρακτη μέσα μας και αναλλοίωτα ισχυρή στη συνείδησή μας για την υπόλοιπη ζωή μας. Μοιάζει, θα μπορούσε να πει κανείς, με όσα εσώτερα οδήγησαν τον Αισχύλο, τον μεγάλο τραγικό, που στην επιτύμβια στήλη του ήθελε απλά να γράψουν πως ήταν Μαραθωνομάχος, επισκιάζοντας οτιδήποτε άλλο πρόσφερε στην ανθρώπινη σκέψη διαμέσου της αττικής τραγωδίας, ενός από τα ευγενέστερα και εναργέστερα ανθρώπινα δημιουργήματα. Εμείς επικαλούμαστε πως υπήρξαμε Καταδρομείς. Καμία σχέση δεν έχει ο δρόμος που θα ακολουθήσει ύστερα ο καθένας από εμάς στη ζωή του. Επαγγελματική εξέλιξη και καταξίωση, ακαδημαϊκές επιτυχίες, προσωπικοί στόχοι· όλα αυτά διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο και κάθε προσωπικότητα υφαίνει διαφορετικά τον ιστό του βίου του, όμως μας ενώνει κάτι ιερό και μοναδικό, κάτι που μας ξεχωρίζει από τους άλλους. Θα μάς συναντήσεις στις εσχατιές της κοινωνικής διαστρωμάτωσης, από άκρη σε άκρη. Κάποιους στα «ψηλά», άλλους στο «περιθώριο». Κάποιοι, καταπώς λένε, στα «σαλόνια», άλλοι στα «αλώνια». Μα πάντα το βλέμμα μας, η φωνή μας, η διάθεσή μας, η ψυχή μας, κρατούν άσπιλο και ανέπαφο, σεπτό και απρόσιτο στους πολλούς, ίσως το ευγενέστερο κομμάτι του χαρακτήρα μας, διαμέσου της προσφοράς μας στη μεγάλη οικογένεια του Εθνους μας.
Ξέρω, οι έννοιες και οι αρχές που πιστεύω δε ζουν πια παρά στην παραμύθεια και ονειρική αντίληψη του ιδεατού και μεταφυσικού μου. Ίσως έχω ισοπεδωθεί και σαρωθεί από τους ανάλγητους ατσάλινους ολετήρες της σημερινής θεώρησης και έκφρασης των ιδεών. Και, ίσως, να είμαι ένας Δον Κιχώτης που κυνηγά ανεμομύλους και πολεμά ή/και συνδιαλέγεται μόνο με φαντάσματα ανθρώπων και αξιών που υπήρξαν μια φορά. Μόνος υπαίτιος εγώ, ούτε η ιστορία, ούτε η λογοτεχνία που τόσο συχνά τις σφετερίζομαι ώστε να δώσω μία πειστική εξήγηση ή έστω και δικαιολογία στους παροξυσμούς μου. Ίσως, όμως, να μην είναι και έτσι τα πράγματα. Και να μην ονειροβατώ. Να μην είμαι τόσο ιδιαίτερος όσο νομίζω, ούτε τόσο μοναδικός και αυτό να είναι απλά ένα σύνδρομο – αν όχι κάποιου είδους συμπεριφορά ή/και διαταραχή και τάχα στιγματιστώ- που με οδηγεί στο να πιστεύω πως μες σε ένα πολυποίκιλο μωσαϊκό υπάρξεων είμαι μια ψηφίδα αλλιώτικη και ξέχωρα βαλμένη. Μα αυτό δε θα το μάθουμε ποτέ. Και δεν το πραγματευόμαστε κιόλας, δεν απασχολεί κανέναν. Αυτή η «ιδιαιτερότητα» εμφορεί και διέπει, σε μείζονα βαθμό, όλους τους εθελοντές των Ειδικών Δυνάμεων. Μας ξεχωρίζει και μας διαχωρίζει από τους άλλους επαγγελματίες ή στρατευσίμους έτερων Όπλων και Σωμάτων. Ενας ιδιάζων ρομαντικός μιλιταρισμός τόσο εγωιστικός (και παράλληλα τόσο αλτρουιστικός που ακροπατά στα όρια της παραδοξότητας) ο οποίος μας επιτρέπει και μας οδηγεί στο να υποφέρουμε ώστε να έχουμε να το παινευόμαστε. Αλλωστε ένα από τα αγαπημένα αποφθέγματά μας το λέει ξεκάθαρα: «Ό πόνος είναι προσωρινός η τιμή παντοτινή» και αυτό, χωρίς πολλά λόγια, σε μόλις επτά λέξεις συνοψίζει το δημιουργικό εγωισμό μας. Αυτός ο εγωισμός, αυτή η πεποίθηση πως όντως είμαστε κάτι το διαφορετικό και η αίσθηση της «διαφορετικότητάς» μας (που τόσος λόγος γίνεται στις μέρες μας για τη “διαφορετικότητα”), μάς κατατάσσει στην ελίτ. Στην «αιχμή του δόρατος» όπως αρέσκονται οι δημοσιογράφοι και οι πολυλογάδες να λένε. Αυτό αποτελεί την καύσιμη ύλη που μας κινεί, την εφεδρεία μέσα μας που μας χαρίζει τη νίκη στην κρίσιμη και αμφίρροπη στιγμή. Εκεί που όλα συνθλίβονται και κοντεύουν να χαθούν, εκεί που οι άλλοι πισωπατούν και εγκαταλείπουν, εκεί που όσοι ζυγιάζουν μέσα τους τα πάντα με τη «λογική», εκεί εμείς προχωράμε, συνεχίζουμε, παραμένουμε στις θέσεις μας, ύστερα επιτιθέμεθα και στο τέλος νικάμε. Φυσικά και έχει κόστος για εμάς. Φυσικά και μετράμε απώλειες.
Κανείς μας, ποτέ, δεν καυχήθηκε πως δεν υπήρξαν στιγμές που λύγισε, έκλαψε, απελπίστηκε, φοβήθηκε και δεν ρώτησε τον εαυτό του «τί κάνω εγώ, εδώ;» Αντιβαίνει κάθε λογικής να πηδάς από αεροπλάνα στο απέραντο κενό. Να καταδύεσαι στα τρίσβαθα των θαλασσών, να περπατάς φορτωμένος το μισό και πλέον βάρος σου για πολλά χιλιόμετρα, ακαταπόνητα. Και όλα αυτά να τα πράττεις εθελοντικά. Γιατί κάποιος πρέπει να τα κάνει. Γιατί η Πατρίδα μας απαιτεί από μία μερίδα ανθρώπων να τα υλοποιήσουν. Και σε αυτούς τους κάποιους είσαι και εσύ. Αδιόρατη, θα πεις, η γραμμή μεταξύ αλτρουισμού και εγωισμού. Το ίδιο και η γραμμή ανάμεσα στη θέληση και στο καθήκον. Αλλά, στο τέλος, ποιος είσαι εσύ που θα τα διαχωρίσεις; Απλώς βρίσκεσαι ξημερώματα μες σε ένα φουσκωτό ή σε μία αποβατική άκατο βρεγμένος και ζαλισμένος. Είσαι φορτωμένος και παγωμένος και έχεις αποστολή να εξορμήσεις σε μία εχθρική ακτογραμμή. Και η Πατρίδα μας και η Μονάδα δεν απαιτεί μοναχά να εξορμήσεις στην ακτή, αλλά απαιτεί να την καταλάβεις. Βρίσκεσαι μεσάνυχτα με πανσέληνο σε ένα ξέφωτο φιδοσέρνοντας κάποιο βουνό που δε θυμάσαι το όνομά του. Η χωρίς φεγγάρι σε κάποια οφρύ ή ατραπό ή κάτι στρωμένο από πατημασιές που μετατράπηκε σε κάτι σαν μονοπάτι και είναι ο μόνος δρόμος που απλώνεται μπροστά σου είναι ο δρόμος που άνοιξαν τα πόδια και ο φόρτος του συναδέλφου σου που προηγείται στη φάλαγγα ή στην περίπολο. Και, σίγουρα, την ώρα που ο αέρας ραπίζει το πρόσωπό σου και οι ριπές του σαν χαστούκια σε ξυπνούν, δε βρίσκεις την ώρα να σκεφτείς τις επιλογές που έχεις κάνει στη ζωή σου και σε οδήγησαν στο άλμα από ένα αεροσκάφος· περισσότερο ενδιαφέρεσαι στο να τηρηθούν οι διαδικασίες και να προσγειωθείς ασφαλής στο έδαφος, να ενωθείς με το sDck σου και να καταλάβετε τον Αντικειμενικό Σκοπό σας. Όι άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων δεν ξεχωρίζουν γιατί τρέχουν πιο γρήγορα ή μεγαλύτερες αποστάσεις, αν και συνήθως το κάνουν. Δεν ξεχωρίζουν γιατί κάνουν περισσότερες έλξεις και κάμψεις και βυθίσεις, αν και συνήθως τις κάνουν. Μπορεί όμως κάποιος στρατιώτης, ναύτης και σμηνίτης να κάνει τις ίδιες επαναλήψεις ή και περισσότερες. Δεν έχει αυτό σημασία. Ξεχωρίζει για το γεγονός πως όταν η Πατρίδα ζητά αυτή τη σχεδόν διπολική παραδοξότητα που αιωρείται μεταξύ αλτρουισμού και εγωισμού, τότε μόνο στις τάξεις εκείνων των ανδρών θα βρεις ανθρώπους που θα κάνουν ανενδοίαστα το βήμα εμπρός. Και επειδή είναι και πολύ εγωιστές, ίσως κάνουν και δύο βήματα. Ετσι, για να δείξουν ποιοι είναι. Διότι δεν μετράνε οι επαναλήψεις στα σετ που κάνεις ώστε να γυμναστείς, αλλά το γεγονός πως λαμβάνεις ό,τι επαναληπτικά «χειρότερο» έχει να προσφέρει ο Στρατός, μες στην καθημερινότητά σου. Εθελοντικά.
Όι άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων δεν είναι γενναιότεροι από τους άνδρες άλλων Όπλων και Σωμάτων. Είναι σκληρό να ανήκεις στο Πεζικό και να διαταχθείς να καταλάβεις ένα ύψωμα και μία οχυρωμένη τοποθεσία. Θα σε χτυπήσουν όλμοι, θα έχεις μπροστά σου νάρκες στρωμένες και έτοιμες να σε ακρωτηριάσουν ή να σε εξαϋλώσουν, ενδεχομένως το Πυροβολικό του εχθρού να σκεπάζει με φωτιά και με ατσάλι κάθε χιλιοστό της έκτασης όπου καλείσαι να αναπτυχθείς και να επιτεθείς. Και όταν φτάσεις στις γραμμές του εχθρού, ίσως όλοι οι φίλοι σου να έχουν ήδη σκοτωθεί και τότε θα διαπιστώσεις πως τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα από όλα όσα έχουν χρησιμοποιηθεί να σε σκοτώσουν και έχεις να αντιμετωπίσεις τα πολυβόλα και τα ατομικά όπλα του εχθρού να σε «γαζώσουν». Και πρέπει να το κάνεις. Είναι δυσβάσταχτο και φρικτό. Αλλά είναι η αποστολή σου. Η αποστολή ενός άνδρα του Πεζικού. Μα οι άνδρες του Πεζικού δεν πολεμούν χωρίς υποστήριξη. Ό,τι διαθέτει ο Στρατός μας θα χρησιμοποιηθεί προς επίρρωσιν της επιθετικής ή αμυντικής ενέργειας. Πράγμα που στις πλείστες των περιπτώσεων δε θα συμβεί στις ειδικές επιχειρήσεις που καλούνται να φέρουν εις πέρας οι άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων. Και δεν είναι τα υλικά τα οποία χαρακτηρίζουν, μοναχά, τη διαφορά αλλά το μοναδικό πνεύμα. Το να γνωρίζεις πως είσαι περικυκλωμένος, δεν έχεις να περιμένεις βοήθεια από πουθενά και παρόλα αυτά να εκτελείς ακέραια την αποστολή σου. Δε θα συναντήσεις πολλούς «διανοούμενους» ανάμεσα στα στελέχη των Ειδικών Δυνάμεων. Η ρώμη, η επιθετικότητα, το παράτολμο και η ροπή προς την εκπλήρωση του αδυνάτου, που εμφορείται από γενναιότητα, είναι απόρροιες μίας σύνθετης μίξης σωματικής ικανότητας και πνευματικής αρτίωσης και διαμόρφωσης κάπως μονοσχιδούς. Προτιμούν τις απλές κουβέντες, τις ακατάσχετες βωμολοχίες, τη σκληρότητα και την αμεσότητα – πλην όμως τη δικαιοσύνη και την αγαθή προαίρεση. Το πεδίο της μάχης που καλούνται να συμμετάσχουν δε χωρά πολλούς συναισθηματισμούς, ούτε φιλοσοφικές αναδιφήσεις. Ενα και ένα κάνουν δύο, αλλά αν διατάξουν πως πρέπει να κάνουν έντεκα θα βρεθεί ο τρόπος να το καταφέρουν. Αυτοστιγμεί, ανορθόδοξα, άγαρμπα ίσως, αλλά αποτελεσματικά. Ετσι θα χαρακτήριζε κανείς και τις κοινωνικές τους συναναστροφές. Όταν όλοι μιλούν ακατάπαυστα , όταν όλοι γνωρίζουν τα πάντα για τα πάντα, όταν ενδίδουν σε ηττοπαθείς αναλύσεις, όταν απελπίζονται και λένε μεγαλοφώνως πως τα πράγματα είναι σκούρα, τότε εκείνοι αποδεικνύουν την αληθινή μορφή του ρομαντισμού και της αισιοδοξίας: θα προχωρήσουν το μονοπάτι οραματιζόμενοι το ξέφωτο, τη μεγάλη και αστραφτερή πανσέληνο και πως δε θα εγκαταλείψουν την προσπάθεια ποτέ! Είναι απότομοι στη διατύπωση των απόψεών τους. Εριστικοί, ίσως και προκλητικοί. Υπερασπίζονται με πάθος τις θέσεις τους. Ετσι έμαθαν. Αυτό καλλιέργησαν μέσα τους. Αυτό τους ορίζει και τους εκφράζει. Η μετριοπάθεια τους απωθεί. Όλα ή τίποτα. Νίκη ή Θάνατος. Δίπολα τρομακτικά και απόλυτα.
Κανείς τους δεν αγαπά τον πόλεμο. Εχουν εκπαιδευτεί σκληρά και ρεαλιστικά για αυτόν, έχουν πάρει μία πολύ μικρή γεύση και κανείς τους δεν τον θέλει. Όλοι θέλουν την ειρήνη, την ασφάλεια, την ευδαιμονία και τη μακροημέρευση. Αλλά είναι ρεαλιστές. Ό κόσμος δε λειτουργεί δεοντολογικά και ηθικολογικά. Η βία κινεί τα νήματα και πάντα πρέπει να είσαι διατεθειμένος και πρόθυμος να υπερασπιστείς όλα όσα σου ανήκουν. Ακόμα και την ίδια σου την υπόσταση. Αφησαν στην άκρη το όνειρο και την προαναφερθείσα δεοντολογία της αποδοχής, της ειρήνης και της φιλίας. Όι φαύλες ηθικολογίες δε χωρούν στον φόρτο της μάχης. Αλλά το δίκαιο και η θέληση του να διαφυλάξεις εκείνους που αγαπάς και σε αγαπούν παίρνουν τη θέση τους στις γεμιστηροθήκες. Και είναι πολύ βαρύ το φορτίο της συνειδητοποίησης πως ο κλήρος πέφτει σε εσένα ώστε να το πράξεις. Και ακόμα μεγαλύτερη η τιμή όταν το πράττεις αυτοθέλητα. Όταν γίνεσαι το τσοπανόσκυλο ανάμεσα στους λύκους και στο κοπάδι που είναι έτοιμο και αφημένο να κατασπαραχθεί, ελέω απολέμου και έλλειψης προστασίας. Όταν το φθαρτό, θνητό και σάρκινό σου στήθος γίνεται ορειχάλκινη ασπίδα όμοια με εκείνες που πολέμησαν στον Μαραθώνα, τις Θερμοπύλες, τη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές. Πάντα πολεμώντας ό,τι ερχόταν από την Ανατολή και τη Δύση.
Και αυτό το μετερίζι δεν το κρατούν μονάχα οι Ειδικές Δυνάμεις. Μα οι Ειδικές Δυνάμεις είναι το μαχαίρι που θα κόψει το χέρι που απειλητικά ο οποιοσδήποτε απλώσει πάνω σε όσα αγαπάμε. Και θα του δείξουν τον τρόπο που οι Ελληνες άντεξαν τόσες χιλιάδες χρόνους, πέρα από «λογική» και στατιστικές. Μέσα από ατσάλι και από αίμα. Όταν οι υπόλοιποι στρατεύσιμοι μιλούν μόνο για υπηρεσίες, αγγαρείες και εξόδους, δεν είναι οι κάμψεις και οι έλξεις που σε ατσαλώνουν, αλλά σφίγγεις τις γνάθους σου και τις σφίγγεις σαν μέγγενες, κρατάς τα δόντια ατσάλινα, αντέχεις το κρύο ή τη ζέστη και πας για τρέξιμο, διέλευση στίβου μάχης, εξονυχιστικές επιθεωρήσεις, συνεχή εκπαίδευση. Όλα αυτά σε ένα συνεχόμενο και οργανωμένο καθεστώς τρομοκρατίας· μες στις φωνές και τον πανικό που μόνο μετά από πολλή σκέψη και χρόνους καταλαβαίνεις πως όσα θεωρούσες χάος βρίσκονταν σε απόλυτη και μαθηματική αρμονία και αποτελούσαν το μεγαλύτερο αν και σκιώδες μέρος της προετοιμασίας σου για τη μεγάλη στιγμή που η Πατρίδα θα σε καλέσει και θα σε χρειαστεί. Όλα αυτά, σε υπερθετικό βαθμό, τα έκανες εθελοντικά. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη καρδιά από την καρδιά του εθελοντή.
‘Εχουν περάσει χρόνια από τότε που η στολή μου μπήκε στην ντουλάπα. Όι μπερέδες μου εγκαταλελειμένοι θα «βαραίνουν» κάποιο σάκο αποθήκευσης. Το όπλο μου θα έχει αλλάξει αναρίθμητα χέρια και το κρεβάτι μου θα έχει επιθεωρηθεί δεκάδες χιλιάδες φορές. Η Σημαία της διμοιρίας μου θα στέκει πάντα περήφανη στον τοίχο του θαλάμου μου και σε κάθε Καταδρομέα που κοιτώ, ορεινό ή αμφίβιο, αλεξιπτωτιστή και πεζοναύτη, σε κάθε σκοπό ή περιπολάρχη, σε στεριά, ουρανό και θάλασσα. Στο δυνατό χειροκρότημα των ανθρώπων στις παρελάσεις, στις στεντόρειες φωνές που τραγουδούν τα συνθήματα, στη λεβεντιά του παραστήματος, το ανέκφραστο και ελάχιστα αγριεμένο και βλοσυρό βλέμμα, στον ήχο από τα τακούνια των αρβύλων, στις σφιχτές γροθιές που κοιτούν στον ελληνικό ουρανό και στο χώμα, από τότε ως και πάντα, πάντα μέσα στους Λίγους θα υπάρχω και Εγώ. Μαλεσιάδας Αναστάσιος-Σπυρίδων 2011 Β’ Ε.Σ.Σ.Ό 35η Μοίρα Καταδρομών